Λεπτομέρειες αξιολόγησης
6.8 155 10
Μπουρδέλα
189168
Γενική βαθμολογία
6.6
Εμφάνιση κοπέλας
6.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
8.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
6.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
7.0
Σχέση αξίας/κόστους
6.0
«Γεια σου, κούκλε!», με υποδέχτηκε η υπηρεσία του ισόγειου μπουρδέλου. «Γεια σας!», της ευχήθηκα στον πληθυντικό. «Τι κάνετε;», ενδιαφέρθηκε να μάθει ρωτώντας στον πληθυντικό επίσης. Δεν απάντησα. «Καλά;», επέμεινε. «Καλά». «Να γίνεις ποιο καλύτερος;», επανήλθε στον ενικό —φαίνεται ένιωθε καλύτερα έτσι. «'Εχω ντύο καπέλες να διαλέξεις και να περάσεις πάρα πολύ καλά και ωραία! Και τα δύο Ρωσίδες! Ποια Ρωσίδα δεν γαμιέται καλά! Με αρκετά έκπληξη, με αρκετά πιασίματα, με αρκετά έξτρα! Είναι Ελένη —παρουσιάστηκε η γνωστή σιτεμένη πόρνη, από Διδύμου 27 (εκεί δούλευε ως κοκότα) και Ιουλιανού 71 (εκεί δούλευε ως τσατσά), με ίσιο κοντό (αγορέ) ξανθωπό μαλλί, μετριότατο πρόσωπο με σχιστά μάτια και μικρό στόμα, μεσαίο ωραίο στήθος, καλοφτιαγμένο χοντροκόκαλο σώμα, σχετικά αψηλή— και Ειρήνη» —μια επίσης σιτεμένη, αλλά μελαχρινή και χοντρή, η οποία φορούσε μεσοφόρι.
«Ποια γουστάρεις από τις δύο να περάσεις καλά και όμορφα;», με ρώτησε —εντωμεταξύ η χοντρή είχε αποχωρήσει και είχε απομείνει μόνο η γυμνόστηθη Ελένη να μου χαμογελάει. «Τι πρόγραμμα κάνουνε;». «Τι τες εσύ;... Να μου πεις και εγώ θα σου πω εάν κάνουνε!», με κοίταξε πονηρά. «Εντάξει, θα περάσω», είπα και δίνοντας το εικοσάρικο προχώρησα προς το παλιό δωματιάκι. «Ποια γουστάρεις μωρό μου;», την άκουσα πίσω μου. «Α, την Ελένη!», απάντησα γυρνώντας προς το μέρος της —ένα μυαλό είναι κι αυτό... «'Εγινε μωρό μου, ό,τι τέλει το πελάτη, καλά να περάσεις!».
«Μπουμπούκα μου, τι κάνεις;», άνοιξε την πόρτα ύστερα από έξι λεπτά η επιλεχθείσα ιερόδουλη. «Γεια σου». «Γεια σου μωρό μου όμορφο, να σε φάω ζουζούνι!», με "απείλησε" («'Οσι, όσι, μη με φαθ καλέ κυλία, εγώ το τλώω το φαί μου, το τλώω!» ΧΑ ΧΑ ΧΑ!...) γονατίζοντας πλάι μου. Με τις χούφτες μου "ζύγισα" τα μαστάρια της. «Πώς σε λένε;», θέλησε να μάθει χαϊδεύοντάς με με τις άκρες των δαχτύλων. «Τάδε». «Ταδεάκι, χάρηκα!». Ξεκίνησε με φιλάκια και γλειψιματάκια-ρουφηγματάκια στις θηλές και φιλάκια-γλειψιματάκια στον λαιμό, στο πρόσωπο, λίγο στους λοβούς των αυτιών. 'Εκανα κίνηση να τη φιλήσω στο στόμα και τραβήχτηκε... «Στο στόμα δεν φιλάς;». «'Οχι...», χαμογέλασε. Τότε της έγλειψα-φίλησα-ρούφηξα τα μπομπόνια, ενώ όταν μετακινήθηκε ανάμεσα στα πόδια μου, πλησιάζοντας "επικίνδυνα" την περιοχή, την ενημέρωσα —για καλό και για κακό— πως την πίπα την ήθελα με καπότα. «Βεβαίως, οπωσδήποτε!», με κοίταξε στα μάτια σοβαρά, αλλά ταυτόχρονα, χαμογελώντας, ένιωσε την ανάγκη να εξηγήσει: «Είμαι καθαρή, είμαι και παντρεμένη, αλλά δεν ξέρουν που δουλεύω εγώ, ξέρουν ότι καφενείο δουλεύω, χα χα... Δεν μπορώ να πω τίποτα και γι' αυτό προσέχω δικό μου υγεία!».
Η πεολειχία της ήταν βαθιά και ρυθμική. «Αρχίδια καθόλου γλείφεις;», τη ρώτησα. Δεν απάντησε αμέσως˙ το σκέφτηκε για λίγο. «Είσαι καθαρός να το γλείφω!», αποφάσισε τελικά και το έκανε ακρογλώσσια —κι όχι μόνο— για κάμποσα δευτερόλεπτα. Επίσης πήγε να μου σηκώσει τη λεκάνη για να γλείψει παρακάτω. «'Οχι όχι!... 'Οχι εκεί, όχι εκεί!», την εμπόδισα. Θα είχε κι εκείνη μια σκασίλα!... Χα χα χα.
Τελικά κατάφερα να τη γλωσσοφιλήσω (άλλο ένα εκ των υστέρων, «μπιαχ!»...) κατά τη διάρκεια της ιεραποστολικής γάμευσης (μουνί όχι και τόσο "πηγάδι", αλλά όπως και να το κάνουμε "άνετο") και όταν ήταν από πάνω, όπου σκύβοντας, με άφησε να της πιπιλίσω τη γλώσσα (διπλό «μπλιαχ!») για κάμποσα δευτερόλεπτα πριν αρχίσω να εκσπερματώνω εντός της ελαστικής θηλής.
«Και σε περιμένω ξανά, ταδεάκι...», μου είπε καθώς ετοιμαζόμασταν. «Εσένα στη Διδύμου σε θυμάμαι», της έκανα γνωστό. «Ναι! Διδύμου 27... Λοιπόν, τάδε, σε περιμένω, τώρα εδώ συνέχεια δουλεύω νυχτερινά, κάθε μέρα». «Μέχρι ποια ώρα;». «Νύχτα δουλεύω, ξεκινάω από 23:00 μέχρι πρωί, 5:00. Απλώς Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα και απόγευμα δουλεύω —από 17:00 μέχρι πρωί 5:00. Εδώ, μονό εδώ μαγαζί, δεν πάω Διδύμου». «Εντάξει Ελένη, εντάξει, θα σ' έχω κατά νου!». «Σ' ευχαριστώ πολύ αγάπη μου, καλή συνέχεια, καλό Σαββατοκύριακο να περάσεις!». «Επίσης επίσης!». «Και υγεία σου να έχεις και σε περιμένω όποτε μπορείς αγάπη μου». «Βεβαίως». «Σ' ευχαριστώ πολύ αγάπη μου!». «Να ΄σαι καλά, γεια σου...». «Γεια σου!».
«Ποια γουστάρεις από τις δύο να περάσεις καλά και όμορφα;», με ρώτησε —εντωμεταξύ η χοντρή είχε αποχωρήσει και είχε απομείνει μόνο η γυμνόστηθη Ελένη να μου χαμογελάει. «Τι πρόγραμμα κάνουνε;». «Τι τες εσύ;... Να μου πεις και εγώ θα σου πω εάν κάνουνε!», με κοίταξε πονηρά. «Εντάξει, θα περάσω», είπα και δίνοντας το εικοσάρικο προχώρησα προς το παλιό δωματιάκι. «Ποια γουστάρεις μωρό μου;», την άκουσα πίσω μου. «Α, την Ελένη!», απάντησα γυρνώντας προς το μέρος της —ένα μυαλό είναι κι αυτό... «'Εγινε μωρό μου, ό,τι τέλει το πελάτη, καλά να περάσεις!».
«Μπουμπούκα μου, τι κάνεις;», άνοιξε την πόρτα ύστερα από έξι λεπτά η επιλεχθείσα ιερόδουλη. «Γεια σου». «Γεια σου μωρό μου όμορφο, να σε φάω ζουζούνι!», με "απείλησε" («'Οσι, όσι, μη με φαθ καλέ κυλία, εγώ το τλώω το φαί μου, το τλώω!» ΧΑ ΧΑ ΧΑ!...) γονατίζοντας πλάι μου. Με τις χούφτες μου "ζύγισα" τα μαστάρια της. «Πώς σε λένε;», θέλησε να μάθει χαϊδεύοντάς με με τις άκρες των δαχτύλων. «Τάδε». «Ταδεάκι, χάρηκα!». Ξεκίνησε με φιλάκια και γλειψιματάκια-ρουφηγματάκια στις θηλές και φιλάκια-γλειψιματάκια στον λαιμό, στο πρόσωπο, λίγο στους λοβούς των αυτιών. 'Εκανα κίνηση να τη φιλήσω στο στόμα και τραβήχτηκε... «Στο στόμα δεν φιλάς;». «'Οχι...», χαμογέλασε. Τότε της έγλειψα-φίλησα-ρούφηξα τα μπομπόνια, ενώ όταν μετακινήθηκε ανάμεσα στα πόδια μου, πλησιάζοντας "επικίνδυνα" την περιοχή, την ενημέρωσα —για καλό και για κακό— πως την πίπα την ήθελα με καπότα. «Βεβαίως, οπωσδήποτε!», με κοίταξε στα μάτια σοβαρά, αλλά ταυτόχρονα, χαμογελώντας, ένιωσε την ανάγκη να εξηγήσει: «Είμαι καθαρή, είμαι και παντρεμένη, αλλά δεν ξέρουν που δουλεύω εγώ, ξέρουν ότι καφενείο δουλεύω, χα χα... Δεν μπορώ να πω τίποτα και γι' αυτό προσέχω δικό μου υγεία!».
Η πεολειχία της ήταν βαθιά και ρυθμική. «Αρχίδια καθόλου γλείφεις;», τη ρώτησα. Δεν απάντησε αμέσως˙ το σκέφτηκε για λίγο. «Είσαι καθαρός να το γλείφω!», αποφάσισε τελικά και το έκανε ακρογλώσσια —κι όχι μόνο— για κάμποσα δευτερόλεπτα. Επίσης πήγε να μου σηκώσει τη λεκάνη για να γλείψει παρακάτω. «'Οχι όχι!... 'Οχι εκεί, όχι εκεί!», την εμπόδισα. Θα είχε κι εκείνη μια σκασίλα!... Χα χα χα.
Τελικά κατάφερα να τη γλωσσοφιλήσω (άλλο ένα εκ των υστέρων, «μπιαχ!»...) κατά τη διάρκεια της ιεραποστολικής γάμευσης (μουνί όχι και τόσο "πηγάδι", αλλά όπως και να το κάνουμε "άνετο") και όταν ήταν από πάνω, όπου σκύβοντας, με άφησε να της πιπιλίσω τη γλώσσα (διπλό «μπλιαχ!») για κάμποσα δευτερόλεπτα πριν αρχίσω να εκσπερματώνω εντός της ελαστικής θηλής.
«Και σε περιμένω ξανά, ταδεάκι...», μου είπε καθώς ετοιμαζόμασταν. «Εσένα στη Διδύμου σε θυμάμαι», της έκανα γνωστό. «Ναι! Διδύμου 27... Λοιπόν, τάδε, σε περιμένω, τώρα εδώ συνέχεια δουλεύω νυχτερινά, κάθε μέρα». «Μέχρι ποια ώρα;». «Νύχτα δουλεύω, ξεκινάω από 23:00 μέχρι πρωί, 5:00. Απλώς Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα και απόγευμα δουλεύω —από 17:00 μέχρι πρωί 5:00. Εδώ, μονό εδώ μαγαζί, δεν πάω Διδύμου». «Εντάξει Ελένη, εντάξει, θα σ' έχω κατά νου!». «Σ' ευχαριστώ πολύ αγάπη μου, καλή συνέχεια, καλό Σαββατοκύριακο να περάσεις!». «Επίσης επίσης!». «Και υγεία σου να έχεις και σε περιμένω όποτε μπορείς αγάπη μου». «Βεβαίως». «Σ' ευχαριστώ πολύ αγάπη μου!». «Να ΄σαι καλά, γεια σου...». «Γεια σου!».
Σχόλια
2 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 2
Διάταξη
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού
2 αποτελέσματα - εμφανίζονται 1 - 2
Πραγματικά,μαζί με του Rigormortis και 2-3 ακόμα,απολαμβάνω να τις διαβάζω,όπως ένα καλό βιβλίο.
Μία παρατήρησ έχω να κάνω,όσον αφορά τη φράση της ιεροδούλου: "Νύχτα δουλεύω, ξεκινάω από 23:00 μέχρι πρωί, 5:00."
Τί σόι καφενείο είναι αυτό που δουλέυει 23:00-05:00 δεν έχει αναρωτηθεί ποτέ ο άντρας της?