Λεπτομέρειες αξιολόγησης
5.8 50 10
Μπουρδέλα
51996
Γενική βαθμολογία
5.2
Εμφάνιση κοπέλας
5.0
Συμμετοχή/διάθεση/υπηρεσίες κοπέλας
7.0
Χώρος/καθαριότητα χώρου
5.0
Συμπεριφορά τσατσάς/τσάτσου
7.0
Σχέση αξίας/κόστους
3.0
Πέμπτη, ώρα 18:10
«Γεια σου». Τον υπηρέτη τον είχα ξαναδεί εδώ, στη μεγάλη τσάρκα της περασμένης Κυριακής, αλλά και σε προηγούμενες βόλτες μου, στο ισόγειο της Κολωνού 32. «Καλησπέρα», του ευχήθηκα με τη σειρά μου. «Δέκα ευρώ το μωράκι, τσιμπουκάκι, μουνάκι, πισωκολλητό κι εξήντα εννιά!», μ' ενημέρωσε προσθέτοντας πως «την έχεις ξαναδεί την κοπέλα». Εμφανίστηκε μία μετριοχαμηλού αναστήματος παχουλή νεαρή, με κοκκινωπό ίσιο μαλλί μέχρι τους ώμους, μετριογλυκό πρόσωπο, μεγάλα μπομπόνια, που φορούσε εσωφόρι. «'Ελα μωρό μου!», μου είπε με χαμόγελο. «Γεια σου!». Δεν μου θύμιζε κάποια... «Καλά είσαι;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Πολύ καλά. Πώ–». «Πάμε;», με διέκοψε. «Πώς σε λένε;». «'Αννα». «'Αννα... Σ' έχω πάρει, έχουμε περάσει μαζί;», ρώτησα επηρεασμένος από αυτό που μόλις μου είχε πει ο τσάτσος. «'Οχι». «'Οχι, δεν έχεις περάσει», επιβεβαίωσε κι εκείνος. 'Εβγαλα το δεκάρικο. «'Ελα πάμε!», είπε ο υπηρέτης. 'Ολα τα δωμάτια ήταν άδεια. «Θα μπω εκεί!», του έδειξα εκείνο στο βάθος. «Ναι ναι, πήγαινε!», συμφώνησε. «Πότε την είχα δει; Δεν θυμάμαι...», είπα καθώς κατευθυνόμουν προς την ευρύχωρη αλλά άθλια κάμαρα. «Ναι!...», τον άκουσα να επιμένει.
Η 'Αννα άνοιξε την πόρτα ύστερα από έξι λεπτά. «Καλά;», με ρώτησε. «Γεια σου! Εδώ σε είχα ξαναδεί;». «Τι;». «Που λέει ο άλλος, ότι σ' έχω δει. Εγώ πάντως δεν σε θυμάμαι...». «Ούτε εγώ σε θυμάμαι».
Τελικά μαλακίες έλεγε ο τσάτσος...
Βγάζοντας το μεσοφόρι αποκαλύφθηκαν η προπετής κοιλιά και τα μεγάλα μαστάρια της. «'Ολα καλά;», ξαναρώτησε ξαπλώνοντας δίπλα μου. «'Ολα καλά», επιβεβαίωσα. «Μωρό μου!...», είπε μ' επιτηδευμένο πάθος κι άρχισε να με φιλάει στο πρόσωπο και στα χείλη!... Προσπάθησα ν' ανταποδώσω με γλώσσα... «Χωρίς γλώσσα φιλάκι!», με "μάλωσε" και συνέχισε τους επιφανειακούς ασπασμούς. «Σ' αρέσει;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Ναι...», είπα ψέμματα. «Ομορφιά μου!», είπε παθιάρικα συνεχίζοντας τα στεγνά φιλιά στον λαιμό, στο στήθος, στις θηλές. Τότε μου ήρθε για πρώτη φορά μια ελαφριά άσχημη μυρωδιά... Καθώς ετοίμαζε την καπότα με αποκάλεσε μωρό της και καύλα της... Η πίπα της ήταν ψιλοκαλή, συμπεριλαμβάνοντας εξωτερικούς γλωττισμούς και χάιδεμα στ' αρχίδια.
«Ποπ!... Πάμε μέσα;», αποφάσισε μετά από λίγο. «Ναι», υπάκουσα. «Πώς θες;», με ρώτησε. «Να προσπαθήσω από πίσω...», της απάντησα. «Πισωκολλητό;», ζήτησε να της επιβεβαιώσω. Στήθηκε με τα πόδια ενωμένα. «Τα ποδαράκια σου!», είπα και της τ' άνοιξα τόσο όσο για να "μπω". «Πλαφ παλφ παλφ!»... Μετά από μερικές δεκάδες γαμικές ωθήσεις της ζήτησα να ξαπλώσει ανάσκελα. Το έκανε πρόθυμα απάγοντας τα πόδια και τότε... είδα το παράτριμμα! Τ' οποίο απλωνόταν τέσσερα-πέντε δάχτυλα μέσα στα μπούτια, από τις μηροβουβωνικές πτυχές, περίπου ίδια απόσταση στο υπογάστριο, από την κλειτορίδα, στο περίνεο... Από 'κει ήταν η μυρωδιά... «Βάλτο!», με κάλεσε. «Ξέρεις κάτι; Επειδή είμαι κουρασμένος θα κάνω έτσι (κούνησα τη γροθιά μου πάνω-κάτω) και θα τελειώσω έτσι. «Αλλά γιατί;», παραξενεύτηκε. «Δεν πειράζει, θα έρθω κάποια άλλη φορά», επέμεινα. «Μωρό μου εσύ!». Πάντως δεν με άφησε να την παίξω. Μου πήρε πίπα κι έχυσα στο στόμα της –εντός της θηλής του προφυλακτικού.
«Καλή είσαι πάντως, προσπαθείς. Δούλευες κι αλλού εκτός από δω;», της είπα καθώς ετοιμαζόμασταν. «'Οχι», απάντησε βάζοντας το εσωφόρι της. «'Οπα, δεν έχει έρθει κανένας ακόμα;», ρώτησα διαπιστώνοντας πως το καλαθάκι των απορριμμάτων ήταν άδειο. «Τι κανένας;». «'Αδειο!», είπα δείχνοντάς το. «Τώρα ξεκίνησα, γι αυτό», εξήγησε. Φεύγοντας με φίλησε στα χείλη. «Γεια σου αγάπη!». «Γεια σου 'Αννα».
ΥΓ: Αργότερα διαπίστωσα πως ο τσάτσος είχε δίκιο. Μου την είχε παρουσιάσει στη μεγάλη τσάρκα της περασμένης Κυριακής (πρωινή βάρδια)...
«Γεια σου». Τον υπηρέτη τον είχα ξαναδεί εδώ, στη μεγάλη τσάρκα της περασμένης Κυριακής, αλλά και σε προηγούμενες βόλτες μου, στο ισόγειο της Κολωνού 32. «Καλησπέρα», του ευχήθηκα με τη σειρά μου. «Δέκα ευρώ το μωράκι, τσιμπουκάκι, μουνάκι, πισωκολλητό κι εξήντα εννιά!», μ' ενημέρωσε προσθέτοντας πως «την έχεις ξαναδεί την κοπέλα». Εμφανίστηκε μία μετριοχαμηλού αναστήματος παχουλή νεαρή, με κοκκινωπό ίσιο μαλλί μέχρι τους ώμους, μετριογλυκό πρόσωπο, μεγάλα μπομπόνια, που φορούσε εσωφόρι. «'Ελα μωρό μου!», μου είπε με χαμόγελο. «Γεια σου!». Δεν μου θύμιζε κάποια... «Καλά είσαι;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Πολύ καλά. Πώ–». «Πάμε;», με διέκοψε. «Πώς σε λένε;». «'Αννα». «'Αννα... Σ' έχω πάρει, έχουμε περάσει μαζί;», ρώτησα επηρεασμένος από αυτό που μόλις μου είχε πει ο τσάτσος. «'Οχι». «'Οχι, δεν έχεις περάσει», επιβεβαίωσε κι εκείνος. 'Εβγαλα το δεκάρικο. «'Ελα πάμε!», είπε ο υπηρέτης. 'Ολα τα δωμάτια ήταν άδεια. «Θα μπω εκεί!», του έδειξα εκείνο στο βάθος. «Ναι ναι, πήγαινε!», συμφώνησε. «Πότε την είχα δει; Δεν θυμάμαι...», είπα καθώς κατευθυνόμουν προς την ευρύχωρη αλλά άθλια κάμαρα. «Ναι!...», τον άκουσα να επιμένει.
Η 'Αννα άνοιξε την πόρτα ύστερα από έξι λεπτά. «Καλά;», με ρώτησε. «Γεια σου! Εδώ σε είχα ξαναδεί;». «Τι;». «Που λέει ο άλλος, ότι σ' έχω δει. Εγώ πάντως δεν σε θυμάμαι...». «Ούτε εγώ σε θυμάμαι».
Τελικά μαλακίες έλεγε ο τσάτσος...
Βγάζοντας το μεσοφόρι αποκαλύφθηκαν η προπετής κοιλιά και τα μεγάλα μαστάρια της. «'Ολα καλά;», ξαναρώτησε ξαπλώνοντας δίπλα μου. «'Ολα καλά», επιβεβαίωσα. «Μωρό μου!...», είπε μ' επιτηδευμένο πάθος κι άρχισε να με φιλάει στο πρόσωπο και στα χείλη!... Προσπάθησα ν' ανταποδώσω με γλώσσα... «Χωρίς γλώσσα φιλάκι!», με "μάλωσε" και συνέχισε τους επιφανειακούς ασπασμούς. «Σ' αρέσει;», ενδιαφέρθηκε να μάθει. «Ναι...», είπα ψέμματα. «Ομορφιά μου!», είπε παθιάρικα συνεχίζοντας τα στεγνά φιλιά στον λαιμό, στο στήθος, στις θηλές. Τότε μου ήρθε για πρώτη φορά μια ελαφριά άσχημη μυρωδιά... Καθώς ετοίμαζε την καπότα με αποκάλεσε μωρό της και καύλα της... Η πίπα της ήταν ψιλοκαλή, συμπεριλαμβάνοντας εξωτερικούς γλωττισμούς και χάιδεμα στ' αρχίδια.
«Ποπ!... Πάμε μέσα;», αποφάσισε μετά από λίγο. «Ναι», υπάκουσα. «Πώς θες;», με ρώτησε. «Να προσπαθήσω από πίσω...», της απάντησα. «Πισωκολλητό;», ζήτησε να της επιβεβαιώσω. Στήθηκε με τα πόδια ενωμένα. «Τα ποδαράκια σου!», είπα και της τ' άνοιξα τόσο όσο για να "μπω". «Πλαφ παλφ παλφ!»... Μετά από μερικές δεκάδες γαμικές ωθήσεις της ζήτησα να ξαπλώσει ανάσκελα. Το έκανε πρόθυμα απάγοντας τα πόδια και τότε... είδα το παράτριμμα! Τ' οποίο απλωνόταν τέσσερα-πέντε δάχτυλα μέσα στα μπούτια, από τις μηροβουβωνικές πτυχές, περίπου ίδια απόσταση στο υπογάστριο, από την κλειτορίδα, στο περίνεο... Από 'κει ήταν η μυρωδιά... «Βάλτο!», με κάλεσε. «Ξέρεις κάτι; Επειδή είμαι κουρασμένος θα κάνω έτσι (κούνησα τη γροθιά μου πάνω-κάτω) και θα τελειώσω έτσι. «Αλλά γιατί;», παραξενεύτηκε. «Δεν πειράζει, θα έρθω κάποια άλλη φορά», επέμεινα. «Μωρό μου εσύ!». Πάντως δεν με άφησε να την παίξω. Μου πήρε πίπα κι έχυσα στο στόμα της –εντός της θηλής του προφυλακτικού.
«Καλή είσαι πάντως, προσπαθείς. Δούλευες κι αλλού εκτός από δω;», της είπα καθώς ετοιμαζόμασταν. «'Οχι», απάντησε βάζοντας το εσωφόρι της. «'Οπα, δεν έχει έρθει κανένας ακόμα;», ρώτησα διαπιστώνοντας πως το καλαθάκι των απορριμμάτων ήταν άδειο. «Τι κανένας;». «'Αδειο!», είπα δείχνοντάς το. «Τώρα ξεκίνησα, γι αυτό», εξήγησε. Φεύγοντας με φίλησε στα χείλη. «Γεια σου αγάπη!». «Γεια σου 'Αννα».
ΥΓ: Αργότερα διαπίστωσα πως ο τσάτσος είχε δίκιο. Μου την είχε παρουσιάσει στη μεγάλη τσάρκα της περασμένης Κυριακής (πρωινή βάρδια)...
Πληροφορίες Επίσκεψης
Ημερομηνία επίσκεψης
Μαρτίου 12, 2015
Όνομα κοπέλας
Άννα
Σχόλια
Έχεις ήδη λογαριασμό; Άμεση σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού