Το χρώμα ποικίλλει από ωχρό καστανό μέχρι μαύρο, με ή χωρίς στίγματα (Εικ. 6). Με 80 χιλιοστόμετρα το μεγαλύτερο μήκος παρατηρείται στο είδος
Blaberus giganteus. Αντίθετα στο γένος
Nocticola υπάρχουν είδη που φτάνουν μόνο δυο χιλιοστόμετρα σε μήκος. Το σώμα κατά κανόνα έχει σχήμα οβάλ και είναι νωτοκοιλιακά πεπλατυσμένο.
Τα
στοματικά μόρια είναι μασητικού τύπου. Δεν δείχνουν εμπρός, αλλά προς τα κάτω και πίσω (υπογναθικά). Στο κεφάλι εκφύονται δυο μακριές νηματοειδείς
κεραίες, οι οποίες αποτελούνται από πολλά άρθρα. Ξεπερνούν το μήκος του σώματος. Οι
σύνθετοι οφθαλμοί κατά κανόνα είναι καλά αναπτυγμένοι. Οφθαλμίδια λείπουν.
Το μεγάλο
πρόνωτο έχει τη μορφή δίσκου και σκεπάζει το κεφάλι. Οι
ταρσοί των ποδιών είναι πενταμερείς. Επιτρέπουν γρήγορο τρέξιμο, μόνο σε μερικά είδη συναντούμε ειδίκευση των ποδιών στο σκάψιμο. Οι μπροστινές
πτέρυγες είναι δερματοειδείς (
ψευδέλυτρα). Οι οπίσθιες πτέρυγες είναι μεμβρανώδεις και στη βάση παρουσιάζουν στρογγυλή επέκταση προς τα πίσω (λατινικά: vannus). Η νεύρωση είναι πρωτόγονη με επανειλημμένως κλαδωτές φλέβες επί μήκος και αρκετές εγκάρσιες φλέβες. Μερικά είδη είναι βραχύπτερα ή άπτερα.
Η κοιλία αποτελείται από δέκα ουρομερή και καταλήγει σε ένα ζεύγος κερκιδίων (ή κέρκων, cerci). Οι κέρκοι είναι αρκετά κοντοί αλλά πολυμελείς (Εικ. 1). Ο ωοθέτης είναι ατροφικός. Η μορφή των εξωτερικών γεννητικών οργάνων επιτρέπουν σφιχτή ένωση κατά το ζευγάρωμα