Ο Κούλης ονομάζει το γεγονός στα Τε΄μπη σαν ΑΤΥΧΗΜΑ
ενώ η ορθή λέξη είναι ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ
ΠΥΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
www.greek-language.gr
δυστύχημα το [δistíxima]
Ο49 : α. πολύ σοβαρό ατύχημα:
Aυτοκινητιστικό / αεροπορικό ~.
Σκοτώθηκε σε αεροπορικό ~.
β. πολύ δυσάρεστο γεγονός:
Mετά το ~
του παιδιού του αποσύρθηκε από την κοινωνική ζωή, μετά το θάνατο.
Tον βρήκαν πολλά δυστυχήματα, δυστυχίες. ||
το ~
είναι ότι / πως, για κτ. που μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμφορά ή για κτ. που θεωρείται απλώς δυσάρεστο. ANT το ευτύχημα είναι ότι
/ πως:
Tο ~
είναι ότι τα θύματα των ναρκωτικών είναι κυρίως νέοι / ότι η οικονομία μας παρουσιάζει πολλές αδυναμίες.
[λόγ. < αρχ.
δυστύχημα `κακή τύχη (ιδίως στον πόλεμο)΄]