Γεωγραφική κατανομή
Η ρωσική γλώσσα ομιλείται κυρίως στην Ρωσία, την Ουκρανία, το Καζακστάν και την Λευκορωσία, και, σε μικρότερο βαθμό, και σε άλλες χώρες που ήταν κάποτε συστατικά της μέρη, δηλ. δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης. Στην διάρκεια της Σοβιετικής περιόδου, η πολιτική για τις γλώσσες των διαφόρων εθνικών ομάδων είχε διακυμάνσεις στην πράξη. Αν και κάθε μια από τις δημοκρατίες είχε την δική της επίσημη γλώσσα, ο ενοποιητικός ρόλος και ένα status υπεροχής επιφυλάσσονταν για την Ρωσική. Ακολουθώντας την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991, πολλά από τα νέα ανεξάρτητα κράτη ενεθάρρυναν τις εθνικές τους γλώσσες, γεγονός που εν μέρει αντέστρεψε το προνομιακό καθεστώς της Ρωσικής, αν και ο ρόλος της ως γλώσσα στην μετα-Σοβιετική εθνική επικοινωνία σε όλη την περιοχή συνεχίστηκε.
Εθνογραφικός χάρτης των Σλαβικών λαών από τον Τσέχο εθνογράφο Lubor Niederle δείχνοντας τα εδαφικά όρια των Σλαβικών γλωσσών στην Ανατολική Ευρώπη στα μέσα της δεκαετίας του 1920
Στην Λετονία η επίσημη αναγνώρισή της και η νομιμότητα χρήσης της στις σχολικές αίθουσες αποτελεί ένα θέμα σημαντικού διαλόγου όπου περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού είναι ρωσόφωνοι. Παρομοίως, στην Εσθονία, οι ρωσόφωνοι αποτελούν το 25.6% του τρέχοντος πληθυσμού της χώρας και το 58.6% του πληθυσμού των ιθαγενών Εσθονών μπορεί επίσης να μιλήσει ρώσικα.[5] Συνολικά, το 67.8% του πληθυσμού της Εσθονίας μπορεί να μιλήσει ρωσικά.[5]
Στο Καζακστάν και στο Κιργιστάν, η ρωσική παραμένει από κοινού επίσημη γλώσσα με την καζακική και την κιργιζική αντίστοιχα. Μεγάλες ρωσόφωνες κοινότητες υπάρχουν ακόμα στο βόρειο Καζακστάν, και οι κατ΄εθνικότητα Ρώσοι αποτελούν το 25.6 % του πληθυσμού της χώρας.[6]
Αυτοί που την μιλούν ως μητρική ή δεύτερη γλώσσα στην Λιθουανία αντιπροσωπεύουν κατά προσέγγιση το 60% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Επίσης περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού των Βαλτικών χωρών μιλούν την ρωσική.[5][7][8] Καθώς το Μεγάλο Δουκάτο της Φινλανδίας ήταν τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1809 έως το 1918, ένας αριθμός ρωσόφωνων έχει παραμείνει στην Φινλανδία. Υπάρχουν περίπου 50.000 ρωσόφωνοι στην Φινλανδία[9][10], αποτελώντας το 0.9% του πληθυσμού. Το 0.1% από αυτούς είναι παλιοί μετανάστες από τον 19ο και 20ο αιώνα, και οι λοιποί είναι πρόσφατοι μετανάστες, που έφτασαν στην χώρα στην δεκαετία του 1990 ή αργότερα.[11][12]
Στον 20ο αιώνα, η ρωσική διδάχτηκε σε ευρεία κλίμακα στα σχολεία των χωρών του παλαιού Συμφώνου της Βαρσοβίας και σε άλλες χώρες που συνήθως ήταν σύμμαχες με την ΕΣΣΔ. Συγκεκριμένα, σε αυτές τις χώρες περιλαμβάνεται η Πολωνία, η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Σλοβακία, την Ουγγαρία, την Αλβανία και την Κούβα. Εντούτοις, οι νεότερες γενιές δεν είναι συνήθως εξοικειωμένες με αυτήν, επειδή η ρωσική δεν είναι πλέον υποχρεωτική στα σχολεία τους. Αυτή τη στιγμή είναι η πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα στην Μογγολία και έχει γίνει υποχρεωτική από τα 7 και πάνω ως δεύτερη ξένη γλώσσα από το 2006.[13][14]
Η ρωσική ομιλείται επίσης και στο Ισραήλ από τουλάχιστον 750,000 εθνικής καταγωγής Εβραίους μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση (απογραφή 1999). Τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης και οι ιστοσελίδες πολύ συχνά δημοσιεύουν υλικό στα Ρώσικα.[15][16]
Σημαντικές ρωσόφωνες κοινότητες υπάρχουν επίσης στην Βόρεια Αμερική, ιδίως σε μεγάλα αστικά κέντρα των ΗΠΑ και του Καναδά όπως η Νέα Υόρκη, η Φιλαδέλφεια (ΗΠΑ), η Βοστώνη, το Λος Άντζελες, η Νάσβιλ, το Σαν Φρανσίσκο, το Σιάτλ κ.ά. Σε κάποιους από τους τόπους εγκατάστασής τους εκδίδουν τις δικές τους εφημερίδες, και ζουν σε εθνικούς θύλακες (ειδικά η γενιά των μεταναστών που ξεκίνησε να φτάνει στις αρχές της δεκαετίας του 60). Παρά ταύτα, μόνο το ένα τέταρτο από αυτούς είναι ρωσικής εθνικότητας. Πριν από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η συντριπτική πλειοψηφία των ρωσόφωνων της Βόρειας Αμερικής ήταν Εβραίοι που μιλούσαν τα ρώσικα. Στην συνέχεια, το κύμα μεταναστών από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης άλλαξε κάπως την στατιστική εικόνα. Σύμφωνα με την απογραφή των ΗΠΑ του 2000, η Ρωσική είναι η πρώτη γλώσσα που μιλιέται στα σπίτια για περισσότερα από 700,000 άτομα που ζούν στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σημαντικές ομάδες ρωσόφωνων υπάρχουν επίσης στη Δυτική Ευρώπη. Αυτές έχουν αναπτυχθεί μετά από διαδοχικά κύματα μεταναστών μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνου, καθέ μια τους με την δική της χροιά της γλώσσας. Η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ελλάδα, η Βραζιλία, η Νορβηγία, η Αυστρία και η Τουρκία έχουν σημαντικές ρωσόφωνες κοινότητες που φτάνουν συνολικά τα 3 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι πόλεις της Αυστραλίας Μελβούρνη και Σίδνεϊ έχουν επίσης ρωσικούς πληθυσμούς, με τους περισσότερους ρώσους να ζουν στην νοτιο-ανατολική Μελβούρνη. Δύο τρίτα από αυτούς είναι στην παργματικότητα ρωσόφωνοι απόγονοι Γερμανών, Ελλήνων, Εβραίων, Αρμενίων ή Ουκρανών, που είτε παλλινόστησαν μετά την κατάρευση της ΕΣΣΔ ή απλώς αναζητούν για προσωρινή εργασία.