Βοηθηθείτε λίγο από την ιστορία: καθ' όλη τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Βυζαντίου, το θρήσκευμα αποτελούσε τον μοναδικό και απαράβατο όρο κατάληψης οποιουδήποτε αξιώματος, ακόμα και του αυτοκρατορικού.
Δεν πα' να 'σουνα μελαψός ή γυναίκα... Το ύπατο αξίωμα ήτανε ανοιχτό στον καθένα.
Εξ ου κι η επικαιρότητα του Βυζαντίου στους παγκοσμιοποιημένους καιρούς που ζούμε. Οι εθνικές αναδιπλώσεις, ο τρόμος των δέκα νοματαίων μπροστά στον έναν ξένο που επισκέπτεται το εξαρτημένο κι υποτακτικό τους χωριό στις μεγάλες δυνάμεις, ο φόβος ότι αυτοί οι δέκα θα αλλοιωθούν πολιτισμικά απ' αυτόν τον έναν, τον φτωχό, τον αγράμματο, τον κυνηγημένο κατά 55%, προδίδει την κρίση της εμπιστοσύνης στις δυνάμεις της αφομοίωσης.
Όπου αφομοίωση δεν σημαίνει επιβολή του συστήματος αξιών μας, αλλά ελεύθερη αποδοχή του κι εθελούσια προσχώρηση σε αυτό απ' την πλευρά του Ξένου.
Κάπως έτσι κυνηγημένοι θα ένιωθαν κι οι αρχαίοι Έλληνες στην προοπτική του εκπατρισμού τους, της εξόρισής τους απ' την κοιτίδα της πόλης, για να θέσουν τον θεσμό της ξενίας σε τόσο περίοπτη θέση.
Αν είχες φίλιο πρόσωπο σε άλλη πόλη, σωζόσουν. Αν όχι, κινδύνευε άμεσα η ζωή σου.
Οπότε κατέστησαν την ξενία ένα από τα πρωταρχικά γνωρίσματα του αρχηγού των θεών , του Δία, ο οποίος στο εξής ονομαζόταν Ξένιος, για να απαλείψουν κατά το δυνατόν τη βαρβαρότητα των δικών τους, ελληνικότατων ορκ.
Γκμχ.